Στις πέντε το απόγευμα, η Νατάσα έλαβε ένα τηλεφώνημα από έναν πελάτη που της ζήτησε να ολοκληρώσει το έργο σε δύο ημέρες. Η Νατάσα είχε κανονίσει ένα ψεύτικο Σαββατοκύριακο, αλλά πίστευε ότι θα μπορούσε να βγάλει καλά χρήματα και ότι δεν θα ήταν επιπλέον χρήματα. Οι πελάτες της είπαν τα πάντα για το έργο, τι έπρεπε να κάνει κ.ο.κ. Της είπαν επίσης ότι ο προηγούμενος επιμελητής δεν είχε κάνει τη δουλειά και απλά τα είχε αφήσει όλα πίσω του. Η Ναταλία συμφώνησε και τους ζήτησε να της στείλουν το έργο.
Αφού εξέτασε το έργο, η Νατάσα αναρωτήθηκε γιατί ο πρώην εκδότης δεν είχε ολοκληρώσει το έργο. Επειδή όλα είχαν γίνει με τα υψηλότερα πρότυπα. Εκείνη πίστευε ότι δεν ήταν έτσι. Η Νατάσα άρχισε να επιμελείται το έργο. Το μισό το έκανε το βράδυ και έμεινε ξύπνια σχεδόν μέχρι το επόμενο πρωί, ενώ το άλλο μισό το τελείωσε μετά τη δουλειά, όταν ξεκουράστηκε λίγο και άρχισε να δουλεύει. Αφού τελείωσε το έργο, έστειλε τα πάντα στον πελάτη και του ζήτησε να μεταφέρει τα χρήματα στην κάρτα της. Κάθε φορά, ο πελάτης έβρισκε κάποιο είδος φουνταριστού.
Για ένα μήνα, η Νατάσα πίστευε και περίμενε να της μεταφερθούν τα χρήματα, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ. Τηλεφώνησε και απαίτησε τα χρήματα για τη δουλειά που είχε κάνει. Της είπαν όμως ότι η εταιρεία μας μόλις ξεκινούσε και ότι δεν είχαν τόσα πολλά χρήματα για να πληρώσουν για το έργο αυτό. Η Νατάσα έμεινε έκπληκτη όταν άκουσε ότι συμφώνησαν με την πρόταση που είχε διατυπώσει κατά τη διάρκεια της συνομιλίας.
Η απάντηση που άκουσε ήταν ότι πίστευαν ότι εξηγώντας της την κατάσταση στο τέλος, η Νατάσα θα καταλάβαινε και δεν θα ζητούσε χρήματα. Τελικά, όλα κατέληξαν στο γεγονός ότι η Νατάσα είναι ένα “εμπορικό άτομο” που δεν θέλει να βοηθάει τους ανθρώπους. Η Ναταλία όμως τους υπενθύμισε ότι είχε πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα της εταιρείας.